22.3 C
Athens
Πέμπτη, 25 Απριλίου, 2024
Blog Σελίδα 14

Σαρδέλες Γεμιστές με μοτσαρέλα και μυρωδικά χόρτα.

Επιμέλεια: Γιώργος Μάγειρας. Φωτο Νίκος Λυμπερόπουλος.

Υπάρχουν πολύ τρόποι μαγειρέματος της σαρδέλας, του πιο κοινού και νόστιμου ψαριού των θαλασσών, στο τηγάνι, στο φούρνο, ή στα κάρβουνα. Εμείς όμως θα τις προτείνουμε  γεμιστές με μοτσαρέλα και μυρωδικά χόρτα.

ΥΛΙΚΑ ΓΙΑ 6 ΑΤΟΜΑ

40 σαρδέλες
200 γραμμάρια μοτσαρέλα, τριμμένη στο χονδρό του τρίφτη
200 γραμμάρια γαλέτα
3 αυγά                                                                        

3 σκελίδες σκόρδο
Τα φύλλα από ένα μικρό ματσάκι μαϊντανού ψιλοκομμένα
20 φύλλα δάφνης
50 περίπου γραμμάρια φρέσκο βούτυρο
½ κουταλάκι του γλυκού αλάτι
και λίγο πιπέρι

ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΑ                                                                                                                

Αφού αφαιρέσουμε τα κεφάλια και τις ουρές με ένα κοφτερό μαχαίρι, ανοίγουμε τις σαρδέλες κατά μήκος της κοιλιάς, προσέχοντας στην άκρη τους να μείνουν ενωμένες για να μπορούμε να τις ξανακλείσουμε όταν τις γεμίσουμε.  Βγάζουμε με προσοχή το κόκαλο, τις ξεπλένουμε καλά, αλλά προσεκτικά για να μην «σκορπίσουν» και τις στεγνώνουμε σκουπίζοντας απαλά με χαρτί κουζίνας.
Ανακατεύουμε μαζί, αυγά, μοτσαρέλα, αλάτι, πιπέρι, μαϊντανό, το σκόρδο που το έχουμε λειώσει και 5 κουταλάκια του γλυκού από τη γαλέτα, γεμίζουμε με το μείγμα τις σαρδέλες και τις κλείνουμε προσεκτικά.

ΕΚΤΕΛΕΣΗ

Τοποθετούμε τις σαρδέλες  σε λαδωμένο ταψί ή πυρέξ, την μια πλάι στην άλλη, ενώ ανάμεσά τους βάζουμε από ένα φύλλο δάφνης. Λιώνουμε χωρίς να τσιγαρίσουμε το βούτυρο, τις περιχύνουμε και πασπαλίζουμε από πάνω τους την υπόλοιπη γαλέτα. Ψήνουμε στο φούρνο στους 250 βαθμούς για 15-20′ λεπτά.
Μπορούμε να τις φάμε ζεστές ή ακόμη και κρύες, συνδυάζοντας  με ένα καλό λευκό κρασί.

Τσιπούρες, κορίτσια για φίλημα !!!

Κείμενο – Φωτογραφίες Νίκος Λυμπερόπουλος.

Το χτύπημά της στο αγκίστρι μας είναι μοναδικό, γιατί μοναδική είναι η αντίσταση, τα κεφάλια αλλά και τελικά η νοστιμιά της ψημένη στα κάρβουνα! Κυρίες και κύριοι, τσιπούρα forever !!!

Η συγκίνηση και μόνο του χτυπήματός της είναι απερίγραπτη ακόμη κι αν χάσουμε το ψάρι, κάτι που συμβαίνει πολύ συχνά γιατί εύκολα θα κόψει την πετονιά αν δεν αγκιστρωθεί από τα χείλη. Για την εμπειρία και μόνο του χτυπήματος στο αλιευτικό μας εργαλείο μιας μεγάλης Τσιπούρας, θα μιλάμε στους φίλους μας για πολύ καιρό, πόσο μάλλον να τη φέρουμε και στο σκάφος!
Αναμφίβολα αποτελεί μια πολύ δύσκολη λεία. H τσιπούρα ζει κυρίως κοντά στις ακτές και σε βάθος που δεν υπερβαίνει τα 30 μέτρα. Είναι πολύ επιφυλακτικό ψάρι που ζει σε κοπάδια, τα οποία οδηγούν τα μεγαλύτερα του είδους, και συχνάζει σ’ εκείνα τα σημεία της θάλασσας όπου υπάρχουν και αναπτύσσονται αποικίες οστρακοειδών όπως μύδια, τα οποία κυριολεκτικά καταβροχθίζει. Για να παγιδεύσουμε το ψάρι είναι απαραίτητο να βρούμε μια θαλάσσια περιοχή που να διαθέτει τις κατάλληλες συνθήκες.
Ιδανική περίοδος ψαρέματος θεωρείται τόσο η καλοκαιρινή, όσο και η φθινοπωρινή περίοδος, όταν η θερμοκρασία του νερού είναι υψηλή και τα κοπάδια από τις τσιπούρες πλησιάζουν κατά τρόπο εντυπωσιακό την ακτή, καταλήγοντας πολλές φορές ακόμη και σχεδόν στο 1 μέτρο!
Για αυτόν ακριβώς το λόγο είναι ένα είδος ψαρέματος που δεν απαιτεί μεγάλα σκάφη ή πολύπλοκο εξοπλισμό, αφού συνήθως γίνεται σε μια απόσταση 400-500 μέτρων από την ακτή και σε βάθος συχνά μικρότερο των 5 μέτρων. Οι ιδανικότερες ώρες ψαρέματος είναι και σ’ αυτήν την περίπτωση οι θερμότερες της ημέρας, δηλαδή από τις 10 το πρωί έως τις 5 το απόγευμα. Όμως έχουμε θαυμάσια αποτελέσματα και σε βραδινές ή πρωινές ώρες.

Από το σκάφος
Ένας τρόπος ψαρέματος είναι η αγκυροβόληση του σκάφους κοντά σε κάποια απόκρημνη ακτή με αμμώδη βυθό κι αυτό διότι η τσιπούρα είναι ψάρι πολύ επιφυλακτικό. Μπορεί να ενοχληθεί από τη σκιά του σκάφους οπότε είναι προτιμότερο να κρατηθούμε σε κάποια απόσταση. Χρειάζεται μεγάλη προσοχή στο αγκυροβόλιο, ώστε το σκάφος να είναι παράλληλο προς την ακτή, και πρέπει να χρησιμοποιηθούν δύο άγκυρες, μια από την πλευρά της πλώρης και μια από την πλευρά της πρύμνης. Τα προληπτικά αυτά μέτρα δε θα επιτρέψουν στο σκάφος να κινείται εμπρός-πίσω και οι πετονιές δεν θα χάσουν καθόλου από την ελκτική τους δύναμη. Σε αντίθετη περίπτωση, δε θα είναι δυνατό να αισθανθούμε το τσίμπημα του ψαριού.

Εξοπλισμός
Σε ότι αφορά τον εξοπλισμό, το καλάμι θα πρέπει να είναι μακρύ, ώστε να ανταποκρίνεται σε μια ρίψη της τάξεως των 30-40 μέτρων ( θα συνιστούσαμε μήκος καλαμιού μεταξύ 2,20 – 2,70 ) , με μολύβι από 50-70 γραμμάρια.
Tο μηχανάκι θα πρέπει απαραίτητα να έχει τη δυνατότητα περιέλιξης τουλάχιστον 200 μέτρων πετονιάς 0,40. Πολύ σημαντικό σημείο είναι η αντοχή της πετονιάς, λαμβάνοντας υπόψη τον όγκο και τη μαχητικότητα της τσιπούρας, που σε ορισμένες περιπτώσεις φθάνει το βάρος των 5-6 κιλών.
H διαδικασία του μονταρίσματος είναι αρκετά απλή. Tο βαρίδι της πετονιάς συνήθως είναι συρόμενο και με πλατιά οπή, ώστε να διευκολύνεται το πέρασμα της πετονιάς. Eκτός από το βαρίδι, στην πετονιά τοποθετείται μια ροδέλα από ατσάλι, με ελατήριο μεγέθους 8. Πολύ σημαντική είναι η επιλογή του αγκιστριού, γιατί τα δόντια της τσιπούρας μπορούν εύκολα να το λυγίσουν ή και να το σπάσουν. Πράγματι, η επάνω οδοντοστοιχία της εξέχει κάπως προς τα εμπρός σε σχέση με το σαγόνι και φέρει δύο ή τρία ζεύγη κωνικών δοντιών, ενώ ακολουθούν άλλες τέσσερις-πέντε σειρές από στρογγυλά δόντια που μοιάζουν με γομφίους, από τα οποία το τελευταίο της τρίτης σειράς είναι τεράστιο. Στο επάνω σαγόνι υπάρχει ο ίδιος αριθμός κωνικών δοντιών και ακολουθούν τρεις-τέσσερις σειρές γομφίων, από τους οποίους οι δύο τελευταίοι είναι τεράστιοι και όμοιοι με εκείνους της επάνω οδοντοστοιχίας. Πρακτικά, το στόμα της τσιπούρας αποτελεί ένα είδος μέγκαινης , ώστε να συντρίβει κυριολεκτικά το όστρακο της λείας της και φυσικά… το αγκίστρι. Γι’ αυτό, το αγκίστρι μας πρέπει να έχει μέγεθος 1 ή 2 και να είναι κατά προτίμηση ατσάλινο με κοντό στέλεχος, ή από στιλβωμένο μέταλλο ειδικά κατασκευασμένο για τη συγκεκριμένη χρήση. Για το δέσιμο, τα αγκίστρια μπορεί να είναι δύο ειδών. O πρώτος τύπος είναι περισσότερο ενδεδειγμένος για δόλωμα με σκουλήκια, ενώ ο δεύτερος προτιμάται όταν για δόλωμα χρησιμοποιούμε μύδια.

Δολώματα
Σκουλήκια, μάνες μονοδόλια ή μύδια, αποτελούν μερικούς από τους καλύτερους μεζέδες για την τσιπούρα.
Όσον αφορά το Αμερικάνικο σκουλήκι, αυτό πρέπει να το τοποθετήσουμε ολόκληρο, με τρόπο ώστε να μην καλύπτει μόνο το αγκίστρι, αλλά και ένα τμήμα τουλάχιστον 5 εκατοστών από την πετονιά, αποτελώντας έτσι ένα προκλητικό ερέθισμα για το ψάρι.
Γι’ αυτό το λόγο χρειαζόμαστε ένα σύρμα όσο το δυνατόν λεπτότερο, το οποίο θα διαπεράσει το σκουλήκι από το κεφάλι μέχρι την ουρά μέχρι να καλυφθεί ολόκληρο το αγκίστρι, ή καλύτερα μια βελόνα, που πωλείται από τα καταστήματα ειδών αλιείας για την συγκεκριμένη χρήση. Για να επιτύχουμε το αμερικάνικο σκουλήκι να καλύψει όχι μόνο ολόκληρο το αγκίστρι, αλλά και να συμπεριλάβει και τμήμα της πετονιάς, είναι απαραίτητο η τοποθέτηση να γίνεται από την πετονιά. Για να πραγματοποιηθεί αυτό, είναι αναγκαίο να χρησιμοποιήσουμε ένα λεπτό σύρμα (αν δεν έχουμε προμηθευτεί βελόνα όπως αναφέρουμε παραπάνω). Μεταξύ των διαφόρων τύπων που υπάρχουν στο εμπόριο, θα πρέπει να επιλέξουμε το λεπτότερο, στο οποίο θα φτιάξουμε έναν κόμπο που θα χρησιμεύσει για στοπ μεταξύ της πετονιάς και του σύρματος. Μετά την τοποθέτηση του δολώματος, το σκουλήκι διατηρείται ακέραιο και επομένως ελκυστικότερο για το ψάρι. Το ίδιο ισχύει και για το μονοδόλι.
Στην περίπτωση της μάνας, αναλόγως του μεγέθους της την κόβουμε στα τρία ή στα τέσσερα και δολώνουμε το κομμάτι όπως πιο πάνω το σκουλήκι.
H τοποθέτηση δολώματος από μύδι προϋποθέτει το προσεκτικό άνοιγμα του οστρακοειδούς με ένα μαχαίρι, ενώ το αγκίστρι θα τοποθετηθεί στο πιο σκληρό τμήμα του.

Tips
Πρόκειται για είδος ψαρέματος που η αναμονή είναι το κυριότερο στοιχείο του, οπότε καλό είναι κάθε 20-30 λεπτά να ελέγχουμε την ακεραιότητα των δολωμάτων, κυρίως των σκουληκιών, διότι μπορούν να φαγωθούν από καβούρια ή από μικρόψαρα.
Όσον αφορά το ψάρεμα με πολλά καλάμια, είναι απαραίτητο αυτά να είναι σε διάταξη τέτοια, ώστε οι πετονιές να μην μπλέκουν μεταξύ τους σε περίπτωση που το ψάρι τσιμπήσει. Στο σκάφος καλό είναι να δουλεύουμε με τρία καλάμια, ένα πλώρη ένα πρύμνη κι ένα στο μέσον του σκάφους.
Όπως είπαμε και πιο πάνω, χρειάζεται προσοχή στην επιλογή των εργαλείων μας, γιατί μπορεί να αντιμετωπίσουμε ψάρια με εντυπωσιακές διαστάσεις και μαχητικότητα, ικανά να καταπονήσουν αισθητά τον εξοπλισμό μας και προπαντός το ακραίο τμήμα του.
Σημαντικό είναι επίσης να διαθέτουμε εφεδρικά αγκίστρια, γιατί είναι πιθανόν τα δολώματα να γαντζωθούν στα βράχια ή στις αποικίες των μυδιών.

Κείμενο – Φωτογραφίες Νίκος Λυμπερόπουλος.

Λυθρίνια στο φούρνο με τομάτα και μυρωδικά.

Από τον Γιώργο Μάγειρα. Φωτο Νίκος Λυμπερόπουλος.

Πρόκειται για μια πεντανόστιμη συνταγή. Τα λυθρίνια εκτός από ψητά και τηγανιτά μπορούν με τον παρακάτω τρόπο να αποτελέσουν εξαίρετο έδεσμα. 

Τα υλικά

4-5 Λυθρίνια, 2 Μεγάλα κρεμμύδια, ½  φλιτζάνι του τσαγιού ελαιόλαδο, 1½ κιλό τομάτες, Αλάτι & πιπέρι, θυμάρι, Φύλλα δάφνης, Μαϊντανό, Λευκό κρασί. 

Εκτέλεση

Αφού καθαρίσουμε τα ψάρια από τα λέπια και τα σπάραχνα πολύ προσεκτικά και επιμελώς για να μην σπάσουν, τα ξεπλένουμε με θαλασσινό νερό, που έχουμε φροντίσει να πάρουμε σε μπουκάλι μαζί μας – αν η διαδικασία αυτή δεν έχει γίνει στη θάλασσα, ή νερό βρύσης αν δεν υπάρχουν οι προαναφερόμενες συνθήκες. 

Σε μικρή κατσαρόλα σοτάρουμε 2 μεγάλα κρεμμύδια ψιλοκομμένα με μισό φλιτζάνι του τσαγιού ελαιόλαδο μέχρι να μαραθούν. Προσθέτουμε  τις τομάτες ξεφλουδισμένες σε φέτες, αλάτι, πιπέρι, τριμμένο θυμάρι, μερικά φύλλα ολόκληρα δάφνης, ένα φλιτζάνι του τσαγιού λευκό κρασί και αφήνουμε να βράσουν για είκοσι λεπτά. 

Βάζουμε τα ψάρια σε ανάλογο ταψί, αφού τα έχουμε αλατίσει και λαδώσει, κόβουμε μια μεγάλη τομάτα  σε λεπτές ροδέλες και τις τοποθετούμε πάνω τους.

Ρίχνουμε τη σάλτσα από την κατσαρόλα στο ταψί και ψήνουμε σε προθερμασμένο φούρνο για σαράντα λεπτά. 

Μετά βγάζουμε το φαγητό από το φούρνο, τρίβουμε πάνω από το φαγητό με τον μύλο μαύρο πιπέρι, ψιλοκόβουμε φρέσκο μαϊντανό,  πασπαλίζουμε και το πεντανόστιμο έδεσμα είναι έτοιμο να καταναλωθεί συνοδεία ενός καλού  κρασιού της αρεσκείας μας.

Κατσούλες Βουτυράτες.

Επιμέλεια: Γιώργος Μάγειρας. Φωτογραφίες Νίκος Λυμπερόπουλος.


Η Κατσούλα – όπως άλλωστε τα περισσότερα ψάρια τρώγεται τηγανιτή, βραστή και ψητή στα κάρβουνα αφού την έχουμε πριν αλείψει με ελαιόλαδο. Στην Αίγινα όμως- όπου αποτελεί έναν ανεπανάληπτο μεζέ- «όποιος δεν τον έχει δοκιμάσει με βουτυρο δεν ξέρει τίποτα…» όπως λένε οι ντόπιοι ψαράδες που τις τρώνε πίνοντας ουζάκι.


Η Κατσούλα – όπως άλλωστε τα περισσότερα ψάρια τρώγεται τηγανιτή, βραστή και ψητή στα κάρβουνα αφού την έχουμε πριν αλείψει με ελαιόλαδο. Στην Αίγινα όμως- όπου αποτελεί έναν ανεπανάληπτο μεζέ- «όποιος δεν τον έχει δοκιμάσει με βουτυρο δεν ξέρει τίποτα…» όπως λένε οι ντόπιοι ψαράδες που τις τρώνε πίνοντας ουζάκι.

Η θάλασσα τροφοδοτούσε ανέκαθεν με την ποικιλία και την αφθονία της τους κατοίκους της ηπειρωτικής και νησιωτικής Ελλάδας. Τα καθαρά και όχι ιδιαίτερα βαθιά νερά και τα πολυάριθμα είδη ψαριών, μαλακίων και οστρακοειδών, που – κατά τους αρχαίους τουλάχιστον χρόνους – υπήρχαν σε πλούσιες ποσότητες, καθιστούν ευνόητη την αγάπη των Ελλήνων για τα θαλασσινά.Οι αρχαίες γραπτές πηγές σώζουν πλήθος πληροφοριών σχετικά με τα είδη των θαλασσινών που καταναλώνονταν, καθώς και τους τρόπους αλίευσης και μαγειρέματος τους, οι οποίες δεν έχουν αλλάξει και πολύ. 

Υλικά

1 κιλό κατσούλεςΑλεύρι μαλακό για το αλεύρωμα των ψαριώνΑλάτιΦρέσκο βούτυρο. 

Εκτέλεση

Βάζουμε το φρέσκο βούτυρο σε τηγάνι, το τοποθετούμε σε σιγανή φωτιά και το αφήνουμε να λιώσει.  Αφού έχουμε καθαρίσει, αλατίσει και αλευρώσει τα ψάρια, δυναμώνουμε λίγο τη φωτιά και τα ακουμπάμε προσεκτικά.Τηγανίζουμε και από τις δύο πλευρές έως ότου ροδίσουν Καλή όρεξη!

Μύδια για ούζο, τσίπουρο, ουίσκι.

Από τον Γιώργο Μάγειρα, φωτο Νίκος Λυμπερόπουλος.

Τα μύδια τρώγονται με το χέρι ρουφηχτά! ενώ ο εκλεκτός αυτός μεζές συνδυάζεται πολύ ωραία με ταραμοσαλάτα, πίνοντας το ούζο τσίπουρο, ή το ουίσκι της επιλογής σας

ΥΛΙΚΑ για πενήντα περιπου μύδια.

1-1,5 κιλό (ανάλογα το μέγεθος) μύδια κλειστά με το κέλυφος.
200 γραμμάρια φρέσκο αγελαδινό βούτυρο ή φυτικό.
3-4 σκελίδες σκόρδου, λιωμένες
Λίγα φύλλα μαϊντανού ψιλοκομμένα
1 κουταλιά της σούπας ξύδι
Γαλέτα τριμμένη
Πιπέρι, αλάτι.

Πλένουμε καλά τα μύδια και τα καθαρίζουμε τραβώντας, από το πλάι, το βύσσο τους δυνατά προς τα κάτω και τα βάζουμε σ’ ένα μεγάλο τηγάνι με λίγο νερό σε δυνατή φωτιά, ώσπου να ανοίξουν, όσα δεν ανοίξουν τα πετάμε. Αν το τηγάνι δεν «παίρνει» όλη την ποσότητα που θέλουμε να ετοιμάσουμε, τα κάνουμε σε δύο ή τρεις δόσεις. Τα αφήνουμε σε τρυπητό να στραγγίσουν και να κρυώσουν κι ετοιμάζουμε τέσσερις πιατέλες ή πιάτα όπου απλώνουμε ομοιόμορφα ως βάση το χονδρό αλάτι. Ανοίγουμε τα μύδια, πετάμε το ένα κέλυφος και κρατάμε αυτό με την «ψίχα» του μυδιού. Μ’ ένα μαχαιράκι κόβουμε από κάτω τον σύνδεσμό του με το κέλυφος, ώστε να το ελευθερώσουμε. Στη συνέχεια τοποθετούμε τα μύδια, το ένα πλάι στο άλλο, στις πιατέλες που έχουμε ετοιμάσει, προσέχοντας να «φωλιάσουν» λίγο σε οριζόντια θέση μες στο αλάτι, για να μην γείρουν στο ψήσιμο και χυθεί η σως που θα προσθέσουμε.

Ετοιμάζουμε την σως. Σε πολύ σιγανή φωτιά λιώνουμε το βούτυρο χωρίς να το τσιγαρίσουμε. Ρίχνουμε μέσα το ξύδι, το πιπέρι και το λειωμένο σκόρδο ανακατεύοντας καλά και κατεβάζουμε από την φωτιά.

Με ένα κουταλάκι του γλυκού γεμίζουμε προσεκτικά με την σως ένα-ένα τα μύδια, τόσο ώστε να φθάνει λίγο πιο πάνω από την μέση τους. Στη συνέχεια μ’ ένα κουταλάκι του γλυκού πασπαλίζουμε πάνω από κάθε μύδι λίγη τριμμένη γαλέτα. Τέλος, πάνω από κάθε μύδι σκορπίζουμε με το χέρι 2-3 φύλλα ψιλοκομμένου μαϊντανού.
Ανάβουμε το grill του φούρνου, βάζουμε την σχάρα του σχεδόν «εξ’ επαφής», περίπου 5-7 εκατοστά από το grill, και πάνω στη σχάρα τοποθετούμε προσεκτικά ώστε να μη γείρουν τις πιατέλες με τα μύδια: μία-μία, ή δύο-δύο, ανάλογα την χωρητικότητα της σχάρας.
Ψήνουμε έτσι για 1,5 περίπου λεπτό – όχι παραπάνω γιατί θα μαυρίσουν.
Καλή όρεξη.

Χριστοψαροσαλάτα.

Κείμενο Γιώργος Μάγειρας

Φωτογραφίες Νίκος Λυμπερόπουλος

Χριστόψαρα το Φθινόπωρο και αρχές Χειμώνα υπάρχουν αρκετά. Τρώγονται κυρίως βραστά, σκέτα στη σούπα δεν αποτελούν και την καταπληκτικότερη γεύση. Η σάρκα τους όμως είναι ολόλευκη, μεστή και χωρίς πολλά κόκαλα, γι’ αυτό σας προτείνουμε μια νοστιμότατη ψαροσαλάτα με χταπόδι καλαμάρια και γαρίδες, την «Χριστοψαρο-σαλάτα».

 Για 6 μερίδες χρειαζόμαστε:

• 1μισι κιλό Χριστόψαρα
• 100 γρ. χταπόδι πλοκάμι
• 100 γρ. καλαμάρι καθαρισμένο
• 100 γρ. γαρίδες καθαρισμένες
• χυμό από 3 λεμόνια
• 50 γρ. ξίδι από κόκκινο κρασί
• 30 γρ. μαϊντανό ψιλοκομμένο
• 3 σκελίδες σκόρδο ψιλοκομμένο
• 1 κόκκινη πιπεριά τσίλι κομμένη σε ροδέλες
• 6 κουταλιές της σούπας ελαιόλαδο
• αλάτι και πιπέρι.

Εκτέλεση
Σε μια κατσαρόλα βράζετε 1 λίτρο νερό μαζί με το χυμό 1 λεμονιού, το ξίδι και ½ κουταλιά γλυκού αλάτι. Προσθέτετε το χταπόδι και τα καλαμαράκια, σκεπάζετε την κατσαρόλα και μαγειρεύετε σε μέτρια θερμοκρασία για 15 με 20 λεπτά περίπου μέχρι να μαλακώσουν.

Σβήνετε τη φωτιά και τα αφήνετε να κρυώσουν.
Πλένετε τις γαρίδες και τις βάζετε σε βραστό αλατισμένο νερό με το χυμό ½ λεμονιού. Τις βράζετε για 5 λεπτά, τις σουρώνετε και τις αφήνετε να κρυώσουν. Αφαιρείται το κέλυφος κάνετε μια τομή στην πλάτη κάθε γαρίδας και απομακρύνεται το σκούρο χρωμα, ενώ τις ξεπλένετε σε χλιαρό νερό.
Καθαρίζετε και πλένετε τα χριστόψαρα. Τα βάζετε σε βραστό αλατισμένο νερό, τα βράζετε για 5 λεπτά, τα σουρώνετε και τα αφήνετε να κρυώσουν.

Κόβετε το σώμα των καλαμαριών σε μικρά δαχτυλίδια και τα πλοκάμια τους σε κομμάτια περίπου 1 εκατοστό, κόβετε το χταπόδι σε μικρά κομμάτια, ξεκοκαλίζετε τα Χριστόψαρα αφαιρώντας τα κόκαλα και κρατάτε μόνο τα φιλέτα.

Ρίχνετε σε μπολ όλα τα θαλασσινά, προσθέτετε το μαϊντανό, το σκόρδο και την πιπεριά, τα ραντίζετε με το χυμό 1 λεμονιού, ρίχνετε το ελαιόλαδο και ανακατεύετε μαλακά.
Καλή σας όρεξη!!!

Ακροβάτης.

Κείμενο – Φωτογραφίες: Νίκος Λυμπερόπουλος.

Ο Ακροβάτης είναι ευκολόχρηστο δόλωμα, απευθύνεται στις: μουρμούρες, τσιπούρες, σαργούς, κακαρέλους, χωρίς να αγνοήσουμε και τα υπόλοιπα ψάρια, τα οποία ποτέ δε λένε όχι σε ένα καλοδολωμένο αγκίστρι με ακροβάτη.

Πωλείται μέσα σε μικρά χάρτινα κουτάκια. Διατηρείται ζωντανό για δεκαπέντε περίπου μέρες σε δροσερό περιβάλλον και ακόμα καλύτερα στη συντήρηση ψυγείου.

Δολώνεται σε αγκίστρι με λεπτό, κατά προτίμηση, στέλεχος, περνώντας το αγκίστρι από το εσωτερικό του σκουληκιού, σκεπάζοντας το, ενώ αφήνουμε και κάποιο μικρό περίσσευμα στην άκρη του αγκιστριού. Η ακίδα όπως και στα περισσότερα δολώματα, βρίσκεται εκτός δολώματος για να καρφώσει το ψάρι, το οποίο και θα τσιμπήσει. Ψαρεύουμε με Ακροβάτη όλες τις ώρες, τόσο από την ακτή, όσο και στη ρηχή καθετή.

Κείμενο – Φωτογραφίες: Νίκος Λυμπερόπουλος.

Χειμωνιάτικη Καθετή.

Κείμενο – φωτογραφίες Νίκος Λυμπερόπουλος.

Η καθετή είναι το πιο αγαπημένο ψάρεμα από το σκάφος. 

Αποτελείται από δύο κυρίως τμήματα: τη μάνα, που φτάνει σε μήκος τα 80 έως 100 μέτρα περίπου και την αρματωσιά. Στην άκρη της μάνας τοποθετούμε ένα μικρό στριφτάρι και σε αυτό δένουμε την αρματωσιά, που αποτελείται από πετονιά πιο λεπτή από αυτήν της μάνας. Στην άκρη της αρματωσιάς βάζουμε ένα βαρίδι και κατά διαστήματα δένουμε 2 ή 3 παράμαλλα με αγκίστρια. Το μέγεθος και το μήκος των παράμαλλων, όπως και των αγκιστριών εξαρτάται από το ψάρι που θέλουμε να πιάσουμε.
Στην καθετή μπορούν να τσιμπήσουν σχεδόν όλα τα είδη ψαριών εκτός από κάποια αφρόψαρα (που μπορεί να τα συναντήσουμε κατά την άνοδο της πετονιάς ή του νήματος στο σκάφος οπότε μπορεί να τσιμπήσουν εκεί). Το πιο συνηθισμένο δόλωμα είναι η  γαρίδα, αλλά μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε ακόμη σκουλήκι ή καραβιδάκι με πάρα πολύ καλά αποτελέσματα.

Αρματωσιές και αγκίστρια
Οι αρματωσιές μας θα πρέπει να είναι φτιαγμένες με τέτοιο τρόπο ώστε να ανταπεξέλθουν σε σκαλώματα. Τα παράμαλλα και τα στριφτάρια θα πρέπει να είναι υπολογισμένα για τη μέγιστη αντοχή στα ταραγμένα νερά.
Τα αγκίστρια που πρέπει να χρησιμοποιήσουμε με μαλακά δολώματα και με θάλασσα που αρχίζει να ηρεμεί είναι τα τύπου Aberdeen Νο 1ή Νο 2. Με φουσκοθαλασσιά χρησιμοποιούμε τα break από ανοξείδωτο ατσάλι από Νο 4 έως Νο 1.
Μπορείτε να ακολουθήσετε τους παρακάτω τρόπους:
1. Με πετονιές 30 – 35 χιλιοστών όπου μετά το στριφτάρι θα δέσουμε δύο παράμαλλα 25 cm επάνω και 30 cm κάτω πριν το μολύβι μας.
2. Με πετονιές 30 χιλιοστών πατωτά με μικρό περαστό μολύβι και αγκίστρι Νο 3 ή Νο 4 δεμένο απ’ ευθείας στη μάνα.
3. Με πετονιές 22 χιλιοστών όπου μετά το λεπτό στριφτάρι θα δέσουμε στη μάνα δύο παράμαλλα. Πρώτα ένα 20 cm και μετά ένα 25 cm με αγκίστρι Νο 3 και Νο 4 carbon. Βαρίδι θα χρησιμοποιήσουμε συρόμενο, πού θα περάσουμε πριν δέσουμε το στριφτάρι με τη μάνα και την αρματωσιά.

4. Aν προτιμάτε   τέλος καλάμι για ψάρεμα (που είναι και ο προτεινόμενος τρόπος), μπορείτε αφ ενός να χρησιμοποιήσετε τις Νο 1 , Νο 2 και Νο 3 αρματωσιές, σε καλάμια με μικρό action, μήκους από 1,70 έως 3 μέτρα, με πετονιά από 18 έως 25 χιλιοστά.

Κείμενο – φωτογραφίες Νίκος Λυμπερόπουλος.

Μαύρο σκουλήκι.

Κείμενο – φωτογραφίες: Νίκος Λυμπερόπουλος.

Σκουλήκι των αμμουδερών βυθών. Ζει και αυτοπροστατέυεται από το κέλυφος που διαθέτει σε όλο το μήκος του σώματος του. 

Το μαύρο χρώμα που έχει, του έδωσε και την ονομασία του.Τα πολλά και μικρά ποδαράκια που διαθέτει κατά μήκος και το μαλακό σώμα του, προκαλούν επίμονα τα θύματά του.Η συντήρηση του πραγματοποιείται σε δροσερό περιβάλλον.Δόλωμα κατάλληλο για μουρμούρες, αλλά και για σαργούς, σπάρους, μελανούρια  άλλα και πετρόψαρα.Το χρησιμοποιούμε κυρίως στο πεταχτάρι αλλά και στη καθετή.Το σκουλήκι αυτό το περνάμε στο αγκίστρι μας δολώνοντας το όπως τα περισσότερα σκουλήκια. 

Κείμενο – φωτογραφίες: Νίκος Λυμπερόπουλος.

Ψάρεμα κέφαλου για νέους αλλά και μυημένους ψαράδες.

Κείμενο Φωτογραφίες: Νίκος Λυμπερόπουλος.

Ένα από τα πιο συνηθισμένα ψαρέματα από τους μόλους των λιμανιών αλλά και τις παραλίες γενικότερα είναι το ψάρεμα του Κέφαλου, που με λίγη προσοχή μπορεί να εξελιχθεί σε αποδοτικότατο. Ανάλογα με το μέρος όπου ψαρεύουμε, πρέπει να διαθέτουμε καλάμι μήκους περίπου τεσσάρων μέτρων, παραβολικής δράσης.  Ψαρεύοντας με ένα τέτοιο καλάμι, θα πρέπει πρώτα απ  όλα να βγάλουμε την κορυφή του και να την αντικαταστήσουμε με μια κορυφή από fiberglass.

 Η επιλογή της κορυφής.
Η επιλογή πρέπει να είναι μια κορυφή που θα έχει στη βάση διάμετρο ελαφρώς μεγαλύτερη από την τρύπα εξόδου του 2ου κομματιού (π.χ. αν η τρύπα εξόδου είναι 4,7mm θα πρέπει να πάρουμε ένα 2ο κομμάτι με βάση 5,1mm). Η δράση της κορυφής που θα πρέπει να έχει μήκος τουλάχιστον 70 πόντους, θα πρέπει να είναι παραβολική και οπωσδήποτε πολύ ευαίσθητη. Έχοντας βρει τη δράση και τη σωστή βάση, πρέπει πρώτα απ’ όλα να εφαρμόσουμε την κορυφή με το 2ο κομμάτι και γι’ αυτό το σκοπό μάς είναι απαραίτητη η χρήση γυαλόχαρτου (80/100 και 120).
Αρχίζοντας λοιπόν με το χοντρό γυαλόχαρτο θα λιμάρουμε για 3-4 εκατοστά τη βάση της κορυφής μέχρι να δημιουργηθεί μια τέλεια σύνδεση με το 2ο κομμάτι. Σε αυτήν την φάση, χρησιμοποιώντας τις διάφορες διαβαθμίσεις του γυαλόχαρτου, θα τελειοποιήσουμε το σύνολο.


Ο μηχανισμός και οι αρματωσιές.
Ο μηχανισμός που θα εφαρμοστεί θα είναι τέτοιος που να ταιριάζει απόλυτα με το καλάμι που διαθέτουμε. Το συγκεκριμένο εργαλείο θα το γεμίσουμε με πετονιά διαμέτρου από 0,16 έως 0,20. Αφού ετοιμάσουμε τον βασικό μας εξοπλισμό, θα κατασκευάσουμε τις αρματωσιές μας, πράγμα ουσιαστικό για ένα καλό αποτέλεσμα της τεχνικής. Η κλασική αρματωσιά για αυτόν τον τρόπο ψαρέματος είναι αναμφίβολα αυτή που έχει μολύβι στην άκρη και αποτελείται από δύο παράμαλλα.
Αν και οι καινούριες τεχνικές κατασκευής αρματωσιών προβλέπουν λεπτές πετονιές και παράμαλλα που γυρίζουν, για το καθημερινό ψάρεμα οι κλασικές, παλιές πετονιές με κόμπους, θα είναι κάτι παραπάνω από κατάλληλες. Το τελευταίο κομμάτι της μάνας, για ένα μέτρο περίπου, θα αποτελείται από νάιλον ελαφρώς λεπτότερο από εκείνο που χρησιμοποιήσαμε για την υπόλοιπη μάνα. Για παράδειγμα, αν στο μηχανισμό έχουμε βάλει 0,18 η μάνα του παράμαλλου θα είναι 0,16. Τα δύο παράμαλλα που θα κατευθύνουν το αγκίστρι, θα είναι ακόμα πιο λεπτά με διάμετρο από 0,12 έως 0,14. Η χρησιμοποίηση μικρότερων διαμέτρων γενικά δε συνιστάται, αλλά αν έχουμε μεγάλη εμπειρία σ’ αυτό το ψάρεμα μπορούμε να κατέβουμε ακόμα και στο 0,08. Το μήκος των παράμαλλων δεν θα πρέπει να ξεπερνάει τα 20 εκατοστά και η ένωση τους με τη μάνα μπορεί να πραγματοποιηθεί με έναν απλό κόμπο.

Τα αγκίστρια και μολύβια.
Τα αγκίστρια θα είναι νίκελ με μακρύ στέλεχος και θα ποικίλουν σε μέγεθος, ανάλογα με το ψάρι που υπολογίζουμε ότι θα πιάσουμε, ενώ θα κυμαίνονται από No 12 έως 16.
Το μολύβι έχει συνήθως σχήμα αχλαδιού, και βάρος από 5 ως 20 γραμμάρια ανάλογα με το βάθος του μέρους όπου ψαρεύουμε.
Για το ψάρεμα στο άγγιγμα των κεφαλόπουλων βρίσκεται άπλετος χώρος από οποιονδήποτε μόλο ενός λιμανιού και όχι μόνο. Αν και με μεγαλύτερη δυσκολία, ειδικά για τους αρχάριους, το ψάρεμα στο άγγιγμα πραγματοποιείται και από τα βράχια. Ο εξοπλισμός παραμένει αυτός που αναφέρθηκε παραπάνω, αν και φυσικά τα καλάμια θα πρέπει να επιμηκυνθούν ώστε να φτάνουν μέχρι και τα 8 μέτρα. Με εργαλεία τέτοιων διαστάσεων μπορούμε πράγματι να ψαρέψουμε άνετα χωρίς να κινδυνεύουμε να μπλεχτεί η αρματωσιά στο βυθό.
Σταθερό χέρι και παρατηρητικότητα είναι τα βασικά στοιχεία για να δουλέψουμε σωστά με αυτά τα καλάμια, ενώ θα πρέπει να μπορούμε να δούμε τα τσιμπήματα των κεφαλόπουλων από σημαντικές αποστάσεις.

Δολώματα, μαλάγρα και τεχνική
Το πρωταρχικό δόλωμα για το ψάρεμα των κεφαλόπουλων είναι χωρίς αμφιβολία η ζύμη του ψωμιού, ακολουθούμενη από σαρδέλα και ζυμάρι: διάφορες εξαιρέσεις μπορούν να υπάρξουν ανάλογα με το μέρος όπου ψαρεύουμε, υπαγορευμένες από ιδιαίτερα τοπικά χαρακτηριστικά. Ξαναγυρίζοντας στο συνηθέστερο χωρίς αμφιβολία δόλωμα, το ψωμί, καλύτερο θεωρείται το λεγόμενο «πολυτελείας» ψωμί.
Η ετοιμασία του δολώματος είναι εύκολη και πρακτική. Αφού το βάλουμε στο νερό για ένα ικανό χρονικό διάστημα, ώστε να φουσκώσει και να μαλακώσει, φτάνει να το στραγγίσουμε και να το στεγνώσουμε ελαφρώς με ένα στεγνό πανί. Η σύσταση του μετά από αυτήν την ετοιμασία είναι ιδανική και μας επιτρέπει να δημιουργήσουμε μικρά κομμάτια για να καλύψουμε τελείως τα αγκίστρια που θα χρησιμοποιήσουμε.
Ότι ισχύει για το δόλωμα, ισχύει και για τη μαλάγρα. Όλα τα άλευρα και οι ζύμες του εμπορίου που έχουν ως βάση σαρδέλα ή τυρί είναι κατάλληλα, αν και συχνά τα μύδια ή τα αμμοσκούληκα που πετάμε στο νερό είναι αποτελεσματικότατα. Το μίγμα αλεύρων τυριού, ψωμιού και ιχθυάλευρου παραμένει το πιο συνηθισμένο. Αυτό το μίγμα σε σκόνη κυκλοφορεί στο εμπόριο σε διάφορες συσκευασίες για όλες τις απαιτήσεις. Τα άλευρα αυτά ανακατεύονται με θαλασσινό νερό μέχρι να πάρει η μαλάγρα μας τέτοια σύσταση, ώστε να μπορούμε, πιέζοντας την ανάμεσα στα χέρια μας, να την πετάξουμε στο νερό και να φτάσει διαλυμένη στο βυθό. Η τεχνική του ψαρέματος είναι, αναμφίβολα, το πολυπλοκότερο που πρέπει να μάθουμε και να εφαρμόσουμε.

Ψαρεύοντας.
Πρώτα, πρέπει να μαλαγρώσουμε την περιοχή του ψαρέματος προσπαθώντας να κάνουμε το μίγμα να φτάνει γρήγορα στο βυθό. Είναι πράγμα πρωτεύον και ουσιαστικό το να ψαρεύουμε απευθείας στην μαλαγρωμένη περιοχή και να μην μετακινούμαστε ποτέ από αυτήν. Αφού η αρματωσιά μας φτάσει στο βυθό, θα πρέπει να επαναφέρουμε την πετονιά μας με τον μηχανισμό μέχρι να διπλωθεί ελαφρώς η κορυφή του καλαμιού.
Σε περίπτωση σποραδικών τσιμπημάτων μπορούμε να ακουμπήσουμε το καλάμι στο μόλο, ενώ αντίθετα, αν η μαλάγρα έχει μαζέψει τα ψάρια κρατάμε το καλάμι στο χέρι ώστε να είμαστε έτοιμοι για τη στιγμή του καρφώματος. Το κάρφωμα θα πρέπει να γίνει μόλις η κορυφή από τα συνεχή τσιμπήματα θα τείνει να διπλωθεί ή να ανασηκωθεί. Αυτές οι δύο στιγμές καθορίζουν τον τρόπο με τον οποίο τρώει το κεφαλόπουλο. Συχνά ακουμπάει το δόλωμα κι έτσι παρατηρούμε το δίπλωμα της κορυφής, ή κάνει την αντίθετη κίνηση, φέρνοντας το δόλωμα από χαμηλά προς τα πάνω, δηλαδή το κλασικό σήκωμα του μολυβιού και συνεπώς την ανύψωση της κορυφής.

Απομένει η δική σας εξοικείωση με τον συγκεκριμένο τρόπο ψαρέματος που θα σας αποδώσει πολλά και καλά ψάρια.

Κείμενο Φωτογραφίες: Νίκος Λυμπερόπουλος.

Τελευταία Νέα

Πιο δημοφιλή