Κείμενο – φωτογραφίες: Νίκος Λυμπερόπουλος.
Το πρώτο πράγμα που θα κάνουμε πριν το ψάρεμα από την ακτή, είναι να φροντίσουμε τα εργαλεία μας να βρίσκονται σε άριστη κατάσταση , χωρίς σκουριές κλπ. Αφού τα ελέγξουμε θα επισκεφτούμε ένα κατάστημα ειδών αλιείας για να προμηθευτούμε τα απολύτως απαραίτητα, τα οποία έχουμε σημειώσει σε ένα χαρτί για να μην «ξεφεύγουμε»…
ΚΑΛΑΜΙ
Στα λιμάνια συνήθως κυκλοφορούν εκτός από κέφαλοι, σαργοί και μελανούρια. Όσον αφορά το καλάμι, μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε καλάμια casting, με bolognese και με απίκο, δίσπαστο, τρίσπαστο ή τηλεσκοπικό, ανάλογα τι μας βολεύει στη μεταφορά.
Το casting θα πρέπει να είναι τρία έως τέσσερα μέτρα και action 35 έως 85 γραμμάρια. Σε αυτού του τύπου το καλάμι μπορούμε να τοποθετήσουμε ένα πενηντάρη μηχανισμό στον οποίο θα τυλίξουμε 28 έως 35 χιλιοστά νήμα. Τα αγκίστρια θα πρέπει να είναι ανάλογα του δολώματος που θα χρησιμοποιήσουμε. Οι προτεινόμενοι αριθμοί είναι Νο 3 ή Νο 4. Τα νούμερα αυτά είναι ότι πρέπει για δόλωση σκουληκιού, ζωντανό καραβιδάκι, γαρίδα κλπ.
Μπορούμε επίσης να χρησιμοποιήσουμε απλό τηλεσκοπικό καλάμι, με ή χωρίς φελλό, χρησιμοποιώντας πετονιά 18 έως 20 χιλιοστά για ψάρεμα απίκο με αγκίστρια ή σαλαγκιά – ανάλογα το δόλωμα.
ΠΕΤΑΧΤΑΡΙ
Το πεταχτάρι είναι ένα από τα πιο συνηθισμένα είδη ψαρέματος και μπορούμε να πιάσουμε εκτός των άλλων καλούς σαργούς και τσιπούρες. Χρησιμοποιούμε πετονιά 25 το πολύ 30mm και περνάμε ένα βαρίδι σωληνωτό, όσο το δυνατόν μικρότερο πριν δέσουμε το αγκίστρι της επιλογής μας πού θα πρέπει να είναι Νο3 ή Νο4 παπαγαλάκι ή άλλου τύπου με μεγάλη κοιλιά.
Σκοπός του σωληνωτού βαριδιού είναι να μείνει κολλημένο στο βυθό καθώς το ψάρι τσιμπά, ή γλύφει το δόλωμα ώστε να μην υποψιαστεί και φύγει. Ανάλογα με το βάρος της μολυβήθρας θα είναι και η απόσταση που θα καταφέρουμε να πετάξουμε. Όμως, όσο πιο απλή και μικρή αρματωσιά διαθέτουμε, τόσο καλύτερα θα είναι τα αποτελέσματα. Για δόλωμα χρησιμοποιούμε μεγάλο κομμάτι φαραώ, ή σκουλήκι αμερικάνικο ολόκληρο, μάνα ή μονοδόλι. Πολύ καλά αποτελέσματα θα έχουμε το βράδυ, χωρίς όμως να αποκλείουμε και το ημερήσιο ψάρεμα.
ΔΟΛΩΜΑΤΑ
Το καλύτερο δόλωμα για Σαργούς και Τσιπούρες είναι το σκουλήκι Φαραώ, είναι νόστιμο, ελκυστικό, σκληρό και άριστος μεζές, αλλά ακριβό (20 – 30 ευρώ).
Το κόκκινο και το μαύρο σκουλήκι είναι επίσης πολύ αποδοτικά δολώματα της τάξεως των 7- 8 Ευρώ τα 10 τεμάχια, όπως επίσης και ο ακροβάτης, ειδικά για τόπους που κρατάνε μουρμούρες.
Το καραβιδάκι. Το βρίσκουμε μόνοι μας σε λασπώδεις βυθούς στα ρηχά, ή το αγοράζουμε προς 4 Ευρώ τα 100 κομμάτια.
Μόνοι μας θα βρούμε και πεταλίδες, που βρίσκονται βεντουζαρισμένες στους βράχους. Αφού τις ξεκολλήσουμε αφαιρούμε προσεκτικά το κέλυφος χωρίς να σπάσουμε το μαύρο μάτι και μετά τις δολώνουμε. Αποτελούν εκλεκτότατο δόλωμα με πολύ καλή απόδοση ειδικά στους Σαργούς.
Με την απόχη μας επίσης μπορούμε να πιάσουμε γαριδούλες, τις οποίες θα βρούμε στα βραχάκια.
Αν βρεθούμε σε κάποιο νησί, οι 2 τελευταίες περιπτώσεις είναι οι καλύτερες και αποδοτικότερες. Μαζί με τις καρτσίνες ή σκαλτσίνια, ακόμη και τα σαλιγκαράκια που θα τα βρούμε στα βράχια το βράδυ ακόμη κι έξω από το νερό.
ΠΟΛΥΑΓΚΙΣΤΡΑ
Στα ψαρέματα από την ακτή χρησιμοποιούμε εκτός των άλλων και πολυάγκιστρα που μπορούμε να αγοράσουμε έτοιμα, ή να τα φτιάξουμε και μόνοι μας.
Με τα πολυάγκιστρα θα πιάσουμε λαβράκια, κεφάλους, σάλπες κλπ.
Σε ένα κομμάτι διαφανούς ενισχυμένης πετονιάς μήκους εξήντα περίπου πόντων Νο 45 έως 50 χιλιοστά δένουμε σε απόσταση ενός έως ενάμισι εκατοστού, δεκαπέντε έως δεκαοκτώ αγκίστρια Νο 2 με πάρα πολύ ευαίσθητο αρπάδι και ανάμεσα στην αρματωσιά και τη μάνα, δένουμε δυνατό στριφτάρι.
Εάν επιλέξουμε να δέσουμε σε καλάμι το πολυάγκιστρο, θα πρέπει να είναι μικρότερο των τρεισήμισι μέτρων και πάνω από δύο εβδομήντα, και τα δαχτυλίδια του να είναι μεγάλα ώστε η πετονιά την ώρα της βολής να μπορεί να ξετυλίγεται ελεύθερα. Ο μηχανισμός μας θα πρέπει να χωράει διακόσια μέτρα πετονιά τριανταπέντε έως σαράντα χιλιοστά, μαλακή και καλής ποιότητος ώστε να αντέχει στα απότομα τραβήγματα και τινάγματα αλλά και να μην κατσαρώνει.
Για δόλωμα θα χρησιμοποιήσουμε ζύμη. Κόβουμε ένα κομμάτι μεγέθους περίπου μεγάλου βερίκοκου και τυλίγουμε την αρματωσιά επάνω του σε σχήμα οκτώ. Μόλις τελειώσουν όλα τα αγκίστρια, πιέζουμε και πλάθουμε τη ζύμη έτσι ώστε τα αγκίστρια να μην φαίνονται καθόλου. Η δολωμένη αρματωσιά μας είναι έτοιμη για βολή.
Ζύμη υπάρχει πολλών ειδών. Μπορούμε να την παρασκευάσουμε χρησιμοποιώντας μέρος ροκφόρ και φρυγανιάς σε τρήμα, ή μπαγιάτικο ψωμί, προσθέτοντας θάλασσα και ανακατεύοντας συνέχεια έως ότου το μείγμα αποκτήσει συμπαγή και εύπλαστη δομή. Άλλος τρόπος είναι, αφού καθαρίσουμε από τα κόκαλα σαρδέλες, τις λιώνουμε σε δοχείο, στο οποίο χρησιμοποιούμε θάλασσα και τριμμένη φρυγανιά μέχρι να γίνει ζυμάρι. Ακόμη μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε τυριά όπως κοπανιστή, ή φέτα σε τρίμμα, αλεύρι, λίγο σιμιγδάλι, θαλασσινό νερό και λάδι, σε τέτοιες αναλογίες ώστε να δουλεύεται με το χέρι.
Μπορούμε επίσης να δολώσουμε ψαροδόλια φρέσκα. Δηλαδή Σαρδέλα, γαύρο, κολιαδούρια ή μικρά σαυρίδια.
Η σαρδέλα αρέσει σε όλα ανεξαιρέτως τα ψάρια. Λαβράκια, γοφάρια, μπάφες κλπ. Αν επιλέξουμε αυτό το είδος ψαροδόλι, παίρνουμε δύο ψάρια, σχίζουμε το δέρμα τους με το πρώτο αγκίστρι και από τις δύο πλευρές, ώστε να τρέξει αίμα. Καρφώνουμε το πρώτο αγκίστρι λίγο πιο πίσω από τα μάτια κρατώντας και τα δύο ψάρια μαζί. Το σημείο αυτό είναι το σκληρότερο του ψαριού και θα τα συγκρατήσει καλύτερα από το αν τρυπάγαμε στο μάτι ή σε κάποιο άλλο σημείο. Πιάνουμε από τα κεφάλια τα ψάρια με το ένα χέρι και με το άλλο το στριφτάρι ώστε η αρματωσιά να τεντώσει. Τυλίγουμε την πετονιά με τα δεμένα αγκίστρια κυκλικά προς τις ουρές των ψαριών και φτάνοντας σε αυτές κάνουμε μια – δύο θηλιές τις οποίες σφίγγουμε, προσέχοντας να μην σπάσουμε το κεντρικό κόκαλο των ψαριών.
Δεν καρφώνουμε ποτέ το τελευταίο αγκίστρι στην ουρά αντί να κάνουμε θηλιά, γιατί ή θα σπάσουμε το κόκαλο των ψαριών, ή πετώντας το ψαροδόλι η σάρκα της σαρδέλας θα σχιστεί και θα ξετυλιχτεί η αρματωσιά.
Η ίδια ακριβώς διαδικασία με τη σαρδέλα ισχύει για τα μικρά σαυρίδια και για τα κολιαδούρια, που τα σχίζουμε λίγο την κοιλιά αντί του σώματος.
Κείμενο – φωτογραφίες: Νίκος Λυμπερόπουλος.